Κέινς, Τζον Μέιναρντ

Κέινς, Τζον Μέιναρντ
(John Maynard Keynes, Κέιμπριτζ 1883 – Φερλ, Σάσεξ 1946). Άγγλος οικονομολόγος. Μέλος της βρετανικής αντιπροσωπείας στη διάσκεψη των Βερσαλιών, παραιτήθηκε για να γράψει ένα έργο, στο οποίο υποστήριζε πως ήταν αδύνατον να λειτουργήσει το σύστημα των πολεμικών επανορθώσεων που προέβλεπε η συνθήκη ειρήνης. Το 1936 δημοσίευσε το κύριο έργο του Η γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος (The General Theory of Employment, Interest and Money), που αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους σταθμούς στην εξέλιξη της νεότερης οικονομικής σκέψης. Με αφορμή τη μεγάλη ανεργία που μάστιζε την Αγγλία κατά την περίοδο ανάμεσα στους δύο Παγκοσμίους πολέμους, ο Κ. έκανε τη διαπίστωση, αντικρούοντας τους οικονομολόγους της κλασικής σχολής, ότι η πλήρης απασχόληση δεν εξασφαλίζεται αυτόματα από τις αυτόνομες δυνάμεις της αγοράς, ενώ υποστήριξε ότι μπορεί να υπάρχει ανεργία όχι μόνο παροδική αλλά και χρόνια. Επίσης, δεν περιόριζε την ανάλυσή του μόνο στον χώρο της επιχείρησης, αλλά λάμβανε υπόψη του ολόκληρη την κοινωνία και αντιμετώπιζε το οικονομικό πρόβλημα σφαιρικά. Οι κλασικοί είχαν αγνοήσει το πρόβλημα της ζήτησης, πιστεύοντας πως η παραγωγή δημιουργεί πάντα τις διεξόδους της. Στην πραγματικότητα, το εισόδημα που εισπράττουν οι συντελεστές της παραγωγής διανέμεται σε τρεις προορισμούς: κατανάλωση, επενδύσεις και αποθησαυρισμό, από τους οποίους μόνο οι δύο πρώτοι δημιουργούν την πραγματική ζήτηση. Όμως, οι ανεξάρτητες μεταβλητές που καθορίζουν το σύνολο της ζήτησης –και επομένως το επίπεδο της παραγωγής και της απασχόλησης– είναι η τάση για κατανάλωση, η τάση για επένδυση –η οποία εξαρτάται από τη σύγκριση της οριακής απόδοσης του κεφαλαίου με το ποσοστό του τόκου–, η προτίμηση της ρευστότητας και η ποσότητα του κυκλοφορούντος χρήματος. Στην προοδευτική μείωση της τάσης για κατανάλωση και της οριακής απόδοσης του κεφαλαίου, καθώς και στην αυξανόμενη προτίμηση της ρευστότητας, ο Κ. διέκρινε τα αίτια της χρόνιας ανεπάρκειας της ζήτησης και της μόνιμης ανεργίας. Η λύση που πρότεινε ήταν μια νομισματική πολιτική η οποία να προωθεί τη ζήτηση (με αύξηση μισθών και φορολογία που να ευνοεί τα χαμηλά εισοδήματα) και τις επενδύσεις (χαμηλό επιτόκιο, δημόσιες επενδύσεις, προστατευτισμός).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • οικονομία — Ο όρος, ελληνικός που έγινε παγκόσμιος, σημαίνει, στην πρώτη του έννοια, διαχείριση του οίκου· γενικότερα όμως ο. είναι σήμερα η επιστήμη που μελετά την παραγωγή, τη διανομή και την κατανάλωση του πλούτου και συγχρόνως τους νόμους που τις… …   Dictionary of Greek

  • απασχόληση — Όρος που στην οικονομική γλώσσα σημαίνει την κατάσταση στην oποία βρίσκονται οι συντελεστές παραγωγής που έχουν ενταχθεί στην παραγωγική διαδικασία. Ειδικότερα, με τον όρο α. νοείται η μορφή χρησιμοποίησης των εργατικών δυνάμεων σε οικονομικές… …   Dictionary of Greek

  • προστατευτισμός — Εφαρμογή κρατικών μέτρων, τα οποία αποβλέπουν στην προστασία τομέων της παραγωγής ή ορισμένων κατηγοριών επιχειρηματιών εναντίον του ξένου ανταγωνισμού. Η προστασία αυτή εφαρμόζεται στην πράξη με το κλείσιμο της εσωτερικής αγοράς στους ξένους διά …   Dictionary of Greek

  • ανάπτυξη, οικονομική — Έκφραση που σημαίνει γενικά τη δυναμική τάση ενός οικονομικού συστήματος. Με αυτήν ακριβώς την έννοια η ο.α. αποτέλεσε σημαντικό πρόβλημα της σύγχρονης οικονομικής επιστήμης, συνδεδεμένο με άλλα προβλήματα, όπως της αναπαραγωγής, των διακυμάνσεων …   Dictionary of Greek

  • κεφάλαιο — Το μέρος του παραγόμενου πλούτου που προορίζεται για την παραγωγή νέου πλούτου και όχι για κατανάλωση, δηλαδή για την άμεση ικανοποίηση μιας ανάγκης. Είναι ένας από τους τέσσερις συντελεστές παραγωγής μαζί με τη γη, την εργασία και την… …   Dictionary of Greek

  • κεφαλαίο — Το μέρος του παραγόμενου πλούτου που προορίζεται για την παραγωγή νέου πλούτου και όχι για κατανάλωση, δηλαδή για την άμεση ικανοποίηση μιας ανάγκης. Είναι ένας από τους τέσσερις συντελεστές παραγωγής μαζί με τη γη, την εργασία και την… …   Dictionary of Greek

  • ανεργία — Κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος που, ενώ θέλει και είναι ικανός να εργαστεί, ωστόσο δεν βρίσκει δουλειά. Παρότι, όταν γίνεται λόγος για α., εννοούμε κυρίως την α. των εργατών, των υπαλλήλων ή άλλων μισθωτών, στην οικονομική ζωή μπορεί να… …   Dictionary of Greek

  • εμποροκρατία — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται συνήθως η πολιτική επέκτασης και οικονομικής ανάπτυξης, που ακολούθησαν οι μεγάλες ευρωπαϊκές μοναρχίες τον 16o, τον 17o και τον 18o αι., καθώς και οι θεωρίες των συγγραφέων της περιόδου εκείνης, οι οποίοι… …   Dictionary of Greek

  • δυναμική οικονομική — Μελέτη των διακυμάνσεων του οικονομικού συστήματος κατά τη διαδρομή του χρόνου. Πριν από μερικές δεκαετίες η πλειονότητα των οικονομολόγων περιοριζόταν στη μελέτη της φιλελεύθερης –κυρίως συναλλακτικής– οικονομίας ως ένος στατικού μηχανισμού.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”